"ςηκίλΑ ςητ ηλίΦ Η"
-------------------
η Αλικη σηκωθηκε πρωι απο το κρεβατι της. αλλη μια βαρετη μερα την περιμενε. σημερα, δεν θα εβγαινε απο το θαλαμο της, οι γιατροι της το ειχαν απαγορεψει. δεν την ενοιαζε κ τοσο, οσο οτι θα εμενε μεσα παρά τη θεληση της. καθως σηκωθηκε, προχωρησε προς την πορτα. θα εκανε παλι την συνηθισμενη της διαδρομη: τοιχος-πορτα κ το αντιστροφο.
δεν προλαβε να φτασει στη πορτα του θαλαμου της, οταν ειδε δεξια της μια κοπελα. την κοιταξε για λιγο απορημενη, κ υστερα τη ρωτησε ποια ειναι.
-"δεν εχω ονομα" της απαντησε η αλλη χαμογελωντας. "εσενα πως σε λενε?" τη ρωτησε.
η Αλικη ξαφνιαστηκε, δεν την ειχαν ρωτησει ποτέ πως την λενε, ή τουλαχιστον δεν το θυμοταν. παντως, δεν θελησε να της πει πως το ονομα της.
-"ουτε εγω εχω ονομα" της ειπε.
-"θελεις να παιξουμε?" τη ρωτησε. η Αλικη διστασε να απαντησει. πως εφεραν μια κοπελα στο θαλαμο της χωρις να τη ρωτησουν? με ποιο δικαιωμα? αυτος ηταν ο δικος της θαλαμος, κανενος αλλου! τελικα, αφου το σκεφτηκε λιγο, της απαντησε -"ναι, γιατι οχι? αν κ ξερεις, δεν εχω παιχνιδια εδω"
-"μα δεν πειραζει, θα φτιαξουμε μονες μας" της απαντησε η αλλη.
-"ωραια, ελα προς τη μερια μου, ο Ηλιος φωτιζει καλυτερα εκει"
-"θα το ηθελα, αλλά δεν μπορω να φυγω απο εδω"
-"γιατι δεν μπορεις? απο ο,τι βλεπω, δεν εισαι δεμενη στο κρεβατι"
-"δεν γινεται να φυγω απο εδω. μονο εδω υπαρχω. αν θες, ελα να παιξουμε στη μερια μου, κ ας μην ειναι τοσο φωτεινη" της απαντησε χαμογελωντας η κοπελα.
η Αλικη λοιπον, εκατσε μαζι με τη νεα της φιλη κ αρχισαν να ζωγραφιζουν αορατες ζωγραφιες στον αερα. τους φανηκε τοσο αστειο αυτο που εκαναν, που γελουσαν δυνατα. γελουσαν τοσο δυνατα, που ενας γιατρος που ακουσε τα γελια τους, ανοιξε το μικρο παραθυρο της πορτας απορημενος. δεν ξαφνιαστηκε ομως. δεν ξαφνιαστηκε που ειδε την Αλικη μπροστα στο καθρεπτη να κουναει τα χερια της κ να γελαει...
"ςηκίλΑ ςητ ησαρδόπΑ Η"
-------------------------
την Αλικη την κλειδωσαν στο θαλαμο της. υστερα απο λιγα λεπτα εσβησαν τα φωτα. μονο το λιγοστο φως του φεγγαριου εμπαινε στο θαλαμο της, κ αυτο δειλα, καθως τα συννεφα το εκρυβαν. χαρουμενη η Αλικη, σηκωθηκε γρηγορα. πηγε στη γωνια του δωματιου της, εσκυψε κ εβγαλε ενα κομματι απο το τοιχο. τις τελευταιες μερες το εκανε παντα αυτο. εβγαζε το κομματι, κ εμπαινε μεσα στο τοιχο. εκει την περιμεναν καθε βραδυ οι φιλες της. επαιζαν μαζι, γελουσαν, τραγουδουσαν...
"ςηκίλΑ ςητ ησητνάνυΣ Η"
--------------------------
η Αλικη, υστερα απο πολυ καιρο, βρισκοταν εξω στο προαυλιο. δεν μιλουσε με καμία αλλη τροφιμο οσες φορες ηταν εξω. συνηθιζε να κοιταει τα λουλουδια ωρες ολοκληρες, να εισπνεει δυνατα τον αερα, να νιωθει τον Ηλιο να της καιει το κορμι. καθως κοιτουσε προσεχτικα τα λουλουδια, ακουσε πισω της μία φωνη. καποια την φωναζε με το ονομα της. γυρισε κ ειδε μια γρια γυναικα. μια γυναικα που εμοιαζε πολυ στη μητερα της οταν ηταν νεα. μονο που αυτη η γρια, ειχε κατι το απαισιο πανω της, κατι το αποκρουστικο. μαλλον ηταν η ματιά της γριας τοσο σκληρη, που η Αλικη δεν αντεχε να κοιτα. οχι, αποκλειεται να ειναι η μητερα μου σκεφτηκε. μα κ αν ηταν? η μητερα της ειχε αυτοκτονησει οταν ηταν σαραντα χρονων, αλλά για την Αλικη ηταν παντα ζωντανη, κ ας μην την ειχε δει ποτέ αφοτου πεθανε.
-"ποια εισαι?" τη ρωτησε σχεδον βουρκωμενη.
-"δεν με γνωριζεις? δεν ξερεις ποια ειμαι?" της απαντησε η γρια.
-"μηπως εισαι η μητερα μου?" της ειπε η Αλικη σχεδον κλαιγοντας
-"οχι μικρη μου Αλικη, δεν ειμαι η μητερα σου"
-"κ τότε, ποια εισαι?" την ρωτησε γεματη απορια
-"ειμαι καποια που ξερεις πολυ καλα, αλλά που δεν θα δεις ποτέ" της απαντησε
-"δεν σε καταλαβαινω, ποια εισαι? κ γιατι δεν θα σε δω ποτέ, αφου ηδη σε βλεπω τωρα?" ρωτησε η Αλικη
-"δεν θα με δεις ποτέ, γιατι δεν θα φτασεις στην ηλικια μου" της απαντησε η γρια
-"ποια εισαι? πες μου σε παρακαλω" της ειπε η Αλικη. η γρια γελασε δυνατα, δειχνοντας το χωρις δοντια στομα της.
-"ειμαι εσυ Αλικη!! ειμαι ΕΣΥ!!" της ειπε...
"ςηκίλΑ ςητ αμώρΧ οΤ"
-----------------------
η Αλικη εδω κ δεκα μερες, βγαινει καθε μερα στο προαύλιο. ο καιρος ειναι καλος, κ η Αλικη θελει να απολαύσει τη βολτα της. ομως, εδω κ τρεις μερες. ειναι καποια που την ακολουθει οπου παει. όποτε βγαινει εξω, η αλλη βρισκεται δίπλα της, πισω της ή κ μπροστα της. την ενοχλει καθως περπαταει, δεν την αφηνει να παει πουθενα μονη της. στην αρχη η Αλικη δεν της ειχε πει τιποτα, ομως τωρα ηταν η τέταρτη μερα, κ αυτη, που ουτε καν ηξερε ποια ειναι, συνεχιζε να περπαταει μαζι της.
"μπορεις να σταματησεις να με ακολουθεις? μπορεις να πας να κατσεις με τις αλλες σε παρακαλω? θελω να μεινω μονη μου" της ειπε η Αλικη.
η αλλη δεν ειπε κουβεντα. στεκοταν ακινητη, χωρις να της μιλησει. καθως συνεχισε τη βολτα της η Αλικη, η αλλη παλι συνεχισε να την ακολουθει. η Αλικη νευριασε, ηθελε να την αποφυγει. μα οσο κ να αλλαζε το βηματισμο της, οπου κ να πηγαινε, η αλλη την ακολουθουσε.
"σε παρακαλω σταματα!! με ακους?? σταματα!! φυγε, χασου απο τα μάτια μου επιτελους!! δεν σε θελω δίπλα μου" της ειπε η Αλικη φωναζοντας. η αλλη τοτε, αρχισε να κουναει παραξενα τα χερια κ τα ποδια της χωρις να της πει κουβεντα.
ενας νοσοκομος που ηταν στο προαύλιο, κοιταξε την Αλικη. ηταν η πρωτη του μερα που δουλευε, κ του εκανε αμεσως εντυπωση η Αλικη. ρωτησε εναν συναδελφο του, τι γινεται με αυτην την κοπελα. ο αλλος του γελασε ειρωνικα κ του ειπε πως ηταν η Αλικη. χρονια ασθενης, χωρις καμια βελτιωση. οταν τον ρωτησε τι κανει τωρα η Αλικη κ σε ποιον φωναζει, ο αλλος του απαντησε πως η Αλικη, τωρα μαλλον τσακωνεται με τη σκια της...
-------------------
η Αλικη σηκωθηκε πρωι απο το κρεβατι της. αλλη μια βαρετη μερα την περιμενε. σημερα, δεν θα εβγαινε απο το θαλαμο της, οι γιατροι της το ειχαν απαγορεψει. δεν την ενοιαζε κ τοσο, οσο οτι θα εμενε μεσα παρά τη θεληση της. καθως σηκωθηκε, προχωρησε προς την πορτα. θα εκανε παλι την συνηθισμενη της διαδρομη: τοιχος-πορτα κ το αντιστροφο.
δεν προλαβε να φτασει στη πορτα του θαλαμου της, οταν ειδε δεξια της μια κοπελα. την κοιταξε για λιγο απορημενη, κ υστερα τη ρωτησε ποια ειναι.
-"δεν εχω ονομα" της απαντησε η αλλη χαμογελωντας. "εσενα πως σε λενε?" τη ρωτησε.
η Αλικη ξαφνιαστηκε, δεν την ειχαν ρωτησει ποτέ πως την λενε, ή τουλαχιστον δεν το θυμοταν. παντως, δεν θελησε να της πει πως το ονομα της.
-"ουτε εγω εχω ονομα" της ειπε.
-"θελεις να παιξουμε?" τη ρωτησε. η Αλικη διστασε να απαντησει. πως εφεραν μια κοπελα στο θαλαμο της χωρις να τη ρωτησουν? με ποιο δικαιωμα? αυτος ηταν ο δικος της θαλαμος, κανενος αλλου! τελικα, αφου το σκεφτηκε λιγο, της απαντησε -"ναι, γιατι οχι? αν κ ξερεις, δεν εχω παιχνιδια εδω"
-"μα δεν πειραζει, θα φτιαξουμε μονες μας" της απαντησε η αλλη.
-"ωραια, ελα προς τη μερια μου, ο Ηλιος φωτιζει καλυτερα εκει"
-"θα το ηθελα, αλλά δεν μπορω να φυγω απο εδω"
-"γιατι δεν μπορεις? απο ο,τι βλεπω, δεν εισαι δεμενη στο κρεβατι"
-"δεν γινεται να φυγω απο εδω. μονο εδω υπαρχω. αν θες, ελα να παιξουμε στη μερια μου, κ ας μην ειναι τοσο φωτεινη" της απαντησε χαμογελωντας η κοπελα.
η Αλικη λοιπον, εκατσε μαζι με τη νεα της φιλη κ αρχισαν να ζωγραφιζουν αορατες ζωγραφιες στον αερα. τους φανηκε τοσο αστειο αυτο που εκαναν, που γελουσαν δυνατα. γελουσαν τοσο δυνατα, που ενας γιατρος που ακουσε τα γελια τους, ανοιξε το μικρο παραθυρο της πορτας απορημενος. δεν ξαφνιαστηκε ομως. δεν ξαφνιαστηκε που ειδε την Αλικη μπροστα στο καθρεπτη να κουναει τα χερια της κ να γελαει...
"ςηκίλΑ ςητ ησαρδόπΑ Η"
-------------------------
την Αλικη την κλειδωσαν στο θαλαμο της. υστερα απο λιγα λεπτα εσβησαν τα φωτα. μονο το λιγοστο φως του φεγγαριου εμπαινε στο θαλαμο της, κ αυτο δειλα, καθως τα συννεφα το εκρυβαν. χαρουμενη η Αλικη, σηκωθηκε γρηγορα. πηγε στη γωνια του δωματιου της, εσκυψε κ εβγαλε ενα κομματι απο το τοιχο. τις τελευταιες μερες το εκανε παντα αυτο. εβγαζε το κομματι, κ εμπαινε μεσα στο τοιχο. εκει την περιμεναν καθε βραδυ οι φιλες της. επαιζαν μαζι, γελουσαν, τραγουδουσαν...
"ςηκίλΑ ςητ ησητνάνυΣ Η"
--------------------------
η Αλικη, υστερα απο πολυ καιρο, βρισκοταν εξω στο προαυλιο. δεν μιλουσε με καμία αλλη τροφιμο οσες φορες ηταν εξω. συνηθιζε να κοιταει τα λουλουδια ωρες ολοκληρες, να εισπνεει δυνατα τον αερα, να νιωθει τον Ηλιο να της καιει το κορμι. καθως κοιτουσε προσεχτικα τα λουλουδια, ακουσε πισω της μία φωνη. καποια την φωναζε με το ονομα της. γυρισε κ ειδε μια γρια γυναικα. μια γυναικα που εμοιαζε πολυ στη μητερα της οταν ηταν νεα. μονο που αυτη η γρια, ειχε κατι το απαισιο πανω της, κατι το αποκρουστικο. μαλλον ηταν η ματιά της γριας τοσο σκληρη, που η Αλικη δεν αντεχε να κοιτα. οχι, αποκλειεται να ειναι η μητερα μου σκεφτηκε. μα κ αν ηταν? η μητερα της ειχε αυτοκτονησει οταν ηταν σαραντα χρονων, αλλά για την Αλικη ηταν παντα ζωντανη, κ ας μην την ειχε δει ποτέ αφοτου πεθανε.
-"ποια εισαι?" τη ρωτησε σχεδον βουρκωμενη.
-"δεν με γνωριζεις? δεν ξερεις ποια ειμαι?" της απαντησε η γρια.
-"μηπως εισαι η μητερα μου?" της ειπε η Αλικη σχεδον κλαιγοντας
-"οχι μικρη μου Αλικη, δεν ειμαι η μητερα σου"
-"κ τότε, ποια εισαι?" την ρωτησε γεματη απορια
-"ειμαι καποια που ξερεις πολυ καλα, αλλά που δεν θα δεις ποτέ" της απαντησε
-"δεν σε καταλαβαινω, ποια εισαι? κ γιατι δεν θα σε δω ποτέ, αφου ηδη σε βλεπω τωρα?" ρωτησε η Αλικη
-"δεν θα με δεις ποτέ, γιατι δεν θα φτασεις στην ηλικια μου" της απαντησε η γρια
-"ποια εισαι? πες μου σε παρακαλω" της ειπε η Αλικη. η γρια γελασε δυνατα, δειχνοντας το χωρις δοντια στομα της.
-"ειμαι εσυ Αλικη!! ειμαι ΕΣΥ!!" της ειπε...
"ςηκίλΑ ςητ αμώρΧ οΤ"
-----------------------
η Αλικη εδω κ δεκα μερες, βγαινει καθε μερα στο προαύλιο. ο καιρος ειναι καλος, κ η Αλικη θελει να απολαύσει τη βολτα της. ομως, εδω κ τρεις μερες. ειναι καποια που την ακολουθει οπου παει. όποτε βγαινει εξω, η αλλη βρισκεται δίπλα της, πισω της ή κ μπροστα της. την ενοχλει καθως περπαταει, δεν την αφηνει να παει πουθενα μονη της. στην αρχη η Αλικη δεν της ειχε πει τιποτα, ομως τωρα ηταν η τέταρτη μερα, κ αυτη, που ουτε καν ηξερε ποια ειναι, συνεχιζε να περπαταει μαζι της.
"μπορεις να σταματησεις να με ακολουθεις? μπορεις να πας να κατσεις με τις αλλες σε παρακαλω? θελω να μεινω μονη μου" της ειπε η Αλικη.
η αλλη δεν ειπε κουβεντα. στεκοταν ακινητη, χωρις να της μιλησει. καθως συνεχισε τη βολτα της η Αλικη, η αλλη παλι συνεχισε να την ακολουθει. η Αλικη νευριασε, ηθελε να την αποφυγει. μα οσο κ να αλλαζε το βηματισμο της, οπου κ να πηγαινε, η αλλη την ακολουθουσε.
"σε παρακαλω σταματα!! με ακους?? σταματα!! φυγε, χασου απο τα μάτια μου επιτελους!! δεν σε θελω δίπλα μου" της ειπε η Αλικη φωναζοντας. η αλλη τοτε, αρχισε να κουναει παραξενα τα χερια κ τα ποδια της χωρις να της πει κουβεντα.
ενας νοσοκομος που ηταν στο προαύλιο, κοιταξε την Αλικη. ηταν η πρωτη του μερα που δουλευε, κ του εκανε αμεσως εντυπωση η Αλικη. ρωτησε εναν συναδελφο του, τι γινεται με αυτην την κοπελα. ο αλλος του γελασε ειρωνικα κ του ειπε πως ηταν η Αλικη. χρονια ασθενης, χωρις καμια βελτιωση. οταν τον ρωτησε τι κανει τωρα η Αλικη κ σε ποιον φωναζει, ο αλλος του απαντησε πως η Αλικη, τωρα μαλλον τσακωνεται με τη σκια της...