υπαρχει μια πορτα δίπλα στην ντουλαπα μου. μια πορτα που εδω κ ενα μηνα που ζω σε αυτη τη γκαρσονιερα, δεν εχω ανοιξει ποτέ. ισως να μην την ειχα προσεξει, κατα βαθος ομως ηξερα οτι αυτη η πορτα ηταν παντα εκει. παντα περιμενε να την ανοιξω.
καθε μερα ακουω θορυβους πισω απο την πορτα αυτη. θορυβοι σαν ενα πριονι να κοβει ενα συρμα, αλλες φορες ακουω το κλαμα μικρου παιδιου. καποιες αλλες φορες ακουω το φτερουγισμα των γλαρων. δεν ξερω πως, αλλά το ακουω.
θελω να ανοιξω αυτη την πορτα, αλλά δισταζω, φοβαμαι. φοβαμαι τι μπορει να αντικρυσω.
τωρα ομως θα την ανοιξω. ό,τι κ να γινει θα την ανοιξω. φοβαμαι, αλλά πισω δεν κανω. απλωνω το χερι, ακουμπαω το χερουλι. ειναι παγωμενο. σταματαω, ο φοβος με κυριευει παλι. μια απαισια μυρωδια ερχεται μεσα απο την πορτα, τοσο δυνατη που μου ερχεται εμετος.
πρεπει να την ανοιξω, πρεπει! απλωνω παλι το ιδρωμενο μου χερι στο παγωμενο χερουλι. τα δαχτυλα μου εχουν κοκκαλωσει. προσπαθω να ανοιξω λιγο την πορτα, κ αμεσως εντρομος κανω πισω. βλεπω μονο σκοταδι, τιποτα αλλο. θελω να μπω να δω τι βρισκεται μεσα. προσπαθω να προχωρησω, ομως στεκομαι ακινητος. μονο την απαισια μυρωδια νιωθω να μου τρυπαει την μυτη, να μου λιωνει το μυαλο.
ξαφνικα οι θορυβοι γινονται δυνατοι, πολυ δυνατοι! η πορτα γινεται κομματια. βλεπω ενα δυνατο ασπρο φως. απο μεσα βγαινουν κατι τυποι με παραξενες στολες. τους βλεπω να με κοιτανε κατευθειαν στα μάτια.
προλαβα μονο να ακουσω καποιον απο αυτους να λεει: "αυτος, ειναι νεκρος τουλαχιστον ενα μηνα".