Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2012

"...άιλαυγ υοΜ αρύοκσ ατ οπα ωσίΠ"

ο κυριος Κ, ειναι περιπου 35 ετων. διδασκει φιλολογια στο γυμνασιο μιας μικρης πολης. εχει ερθει σε αυτη τη μικρη πολη εδω κ ενα μηνα. ειναι μελαχρινος, αδυνατος, κ παντα φοραει κοστουμι. οπως παντα φοραει γυαλια με σκουρους φακους. ποτέ δε τα βγαζει απο πανω του, παρα μονο οταν ειναι σπιτι του. οι υπολοιποι καθηγητες, πιστευουν οτι εχει καποιο προβλημα με την οραση του, για αυτο το λογο δε τα βγαζει ποτέ. η αληθεια ομως ειναι αλλη. ο λογος που φοραει παντα γυαλια, ειναι πως δε θελει κανείς να βλεπει τα μάτια του. νιωθει ασφαλης ετσι, νιωθει ασφαλης απο τους ανθρωπους. ποτέ του δεν ειχε καλη σχεση με τους ανθρωπους. τους θεωρει βιαιους, ικανους να κανουν μονο κακο. κραταει λοιπον αποστασεις απο ολους.
στη δουλειά του ομως ειναι αψογος. θελει να δωσει γνωση στους μαθητες του, να τους κανει καλους ανθρωπους, να μη γινουν οπως ειναι οι περισσοτεροι σημερα. θελει να τους δωσει Ελπιδα! ξερει οτι ισως ειναι ματαιο, μα δεν χανει ποτέ τη πίστη του. τα μονα πραγματα που του εχουν απομεινει, ειναι η πίστη του, κ η μικρη του κορη, την οποία αγαπα οσο τιποτα στο κοσμο. κ τη γυναικα του αγαπουσε, αλλά δυστυχως, πριν δύο μηνες τον παρατησε, κ χαθηκε για παντα. του αφησε ομως τη μικρη τους κορη. για τον Κ, δεν υπηρχε τιποτα πιο ιερο απο εκεινη. φροντιζει να της δινει οτι του ζηταει, να μη της λειπει τιποτα. ετσι συνηθως κανουν οι χωρισμενοι γονεις, ειδικα οταν εχουν μοναχοπαιδι. ετσι κανει λοιπον κ ο κυριος Κ, της εχει αφιερωσει τη δικη του ζωη. 
σημερα ομως, ο Κ, ειχε αργησει. μετα το σχολειο, ειχαν συνελευση οι καθηγητες, κ χωρις να το καταλαβει περασε η ωρα. εξω ηταν βραδυ, η μικρη του κορη ηταν μονη στο σπιτι, αυτο τον φοβιζε. οχι, δε τον απασχολουσε που η πολη που ζουσαν ηταν ηρεμη, ο φοβος κ το κακο παντου παραμονευουν, ετσι πιστευε. βιαστικα λοιπον ξεκινησε με τα ποδια να παει σπιτι. να αγκαλιασει τη κορη του, να της ψιθυρισει στο αυτι πως την αγαπαει, κ μετα να τη βαλει για υπνο. καθως προχωρουσε, βυθισμενος στις σκεψεις του, βυθισμενος στους χρονιους φοβους του, προσεξε μπροστα του να περπατα μια μικρη κοπελα. θα ηταν περιπου 10 χρονων, οσο η κορη του. ειχε μακρυ μαυρο μαλλι, φορουσε ασπρο πουλοβερ κ καρω κοκκινη φουστα μεχρι τα γονατα.
"μα πως αφηνουν τοσο μικρο παιδι να κυκλοφορει μονο του?" σκεφτηκε. "τοσα κ τοσα ακουμε καθε μερα στη τηλεοραση, κανείς δε συγκινειται? ουτε οι ιδιοι οι γονεις της μικρης κοπελας?" αναρωτηθηκε.
ασυναισθητα, ακολουθησε τη μικρη. εκεινη περπατουσε ανεμελα, σα να χορευει. στο χερι της κρατουσε μαθητικη τσαντα. μαλλον θα επιστρεφε απο φροντιστηριο, σκεφτηκε ο Κ. τα βηματα του ομως ηταν πιο μεγαλα απο της μικρης, σιγα σιγα την εφθανε. κατι μεσα του, του ελεγε να πει στη μικρη κοπελα να προσεχει, να μη γυριζει μονη της τα βραδυα στο σπιτι. φοβηθηκε ομως να της το
πει. η τοπικη κοινωνια ειναι μικρη, ο κοσμος ειναι κακος, κ αν τον δουν να της μιλαει, ποιος ξερει τι μπορουν να πουν. οχι, δε θα της μιλουσε, απλά θα την ακολουθουσε διακριτικα μεχρι να φτασει με
ασφαλεια στο σπιτι της. μετα, θα πηγαινε κ εκεινος στο δικο του. ηταν το λιγοτερο που μπορουσε να κανει. καθως την ακολουθουσε στον ερημο δρομο, η μικρη κοπελα σταματησε. γυρισε να κοιταξει πισω της. ειδε εναν αντρα, μεσα στη νυχτα να φοραει σκουρα γυαλια. τον κοιταξε για λιγο σαστισμενη, δεν ειχε καταλαβει πως την ακολουθουσε εδω κ ωρα. ο Κ, μολις τον κοιταξε η μικρη, εβγαλε τα γυαλια του, κ της χαμογελασε. 
"μη φοβασαι, απλά να προσεχεις τα βραδυα. ειναι επικινδυνα, ποτέ δε ξερεις τι μπορει να συμβει στο καθενα" της ειπε.
η μικρη κοπελα συνεχισε να τον κοιταει στα ματια. ειχε τρομοκρατηθει. ο Κ λοιπον, για να την ηρεμησει, της ειπε οτι ειναι ο νεος φιλολογος στο γυμνασιο, κ πως καλο ειναι οταν φτασει σπιτι, να πει στους γονεις της να μη την αφηνουν να κυκλοφορει το βραδυ μονη. κατι ψελλισε η μικρη, χωρις να καταλαβει ο Κ τι ηταν αυτο. υστερα την ειδε με γρηγορο βηματισμο να απομακρυνεται. ασυναισθητα κοιταξε το ρολόι του. "γαμωτο, αργησα" ειπε, κ γυρισε να παει προς το σπιτι του. η μικρη του κορη ηταν μονη, ισως κ να ειχε κοιμηθει τωρα που αργησε. ο Κ, δεν ηθελε να τη καληνυχτισει ενω εκεινη θα κοιμοταν. ηθελε να τη βρει ξυπνια, να τον περιμενει. να τη βαλει εκεινος στο κρεβατι για να κοιμηθει. του ειχε λειψει αυτο. εδω κ ενα μηνα, του ειχε λειψει πολυ!
υστερα απο λιγη ωρα, εφτασε σπιτι του. μια μικρη μονοκατοικια ηταν, με μικρη αυλη. μια μικρη μονοκατοικια, που ειχε τα παραθυρα παντα κλειστα. οι γειτονες δεν ειχαν δωσει σημασια σε αυτο. ηξεραν οτι ο Κ, φοβοταν. πιστευαν οτι ειχε φοβια μη το ληστεψουν, δεν ηξεραν οτι ο Κ φοβοταν ολους τους ανθρωπους! εξαλλου, μια τυπικη "καλημερα" την ειχαν. δεν τους ειχε παραξενεψει τιποτα, στον ενα μηνα που ζουσε στη μικρη τους πολη.

ο Κ, ξεκλειδωσε την εξωπορτα κ μπηκε σπιτι. αφου την εκλεισε, τη κλειδωσε παλι. εβγαλε τα γυαλια του, κατευθηνθηκε στο σαλονι, πηρε ενα δισκο του Μπαχ, που ηταν ο αγαπημενος του μουσικος, κ τον εβαλε στο πικαπ. μολις ακουσε τις πρωτες νοτες, πηγε στη λατρεμενη του κορη. την ειδε να κοιμαται. εκατσε για λιγη ωρα κοιτωντας την. ηταν σκεπασμενη, μονο το κεφαλι της φαινοταν. ποσο αθωα εδειχνε! ποσο ενοχος ενιωθε που την εφερε σε αυτο το σκληρο κοσμο! της χάιδεψε λιγο το μαλλι απαλα να μη τη ξυπνησει, τη φιλησε στο μετωπο λεγωντας της "καληνυχτα". τα χειλη του εκαιγαν απο το δερμα της κορης του. πολλες φορες, ο παγος ειναι καυτος. η αποσταση που χωριζε καθημερινα τον Κ (οταν διδασκε στο σχολειο) απο τη κορη του, ηταν σα το παγο καυτη! τη κοιταξε για λιγο, κ μετα της ψιθυρισε παλι: 
"κορουλα μου, ο μπαμπας σου εφερε ενα δωρο! θα το δεις το πρωι μολις ξυπνησεις! ετσι, δε θα παραπονιεσαι που σε αφηνω μονη σου!" ανοιξε τη σακουλα που ειχε μαζι του. προσεκτικα πηρε απο μεσα το νεο παιχνιδι της μικρης. το αφησε δίπλα στο μαξιλαρι της. "τι ομορφα θα νιωσει τωρα που θα εχει παρεα" σκεφτηκε. σκεπασε τη κορη κορη του καλυτερα, καθως κ τη νεα της φιλη. λιγο πριν φυγει, ξανακοιταξε τη μονακριβη του κορη. κοιμοταν αταραχη, οπως συνηθιζει εδω κ ενα μηνα. δίπλα της ειχε βαλει το κεφαλι της μικρης κοπελας που συναντησε πριν απο λιγο. "καληνυχτα αγαπες μου" ειπε πριν κλεισει το καταψυκτη.
στο σαλονι ο δισκος του Μπαχ εξακολουθουσε να παιζει. ο Κ, εκατσε στη πολυθρονα του αναβωντας ενα τσιγαρο. μετα απο ενα μηνα, ηταν η πρωτη φορα που ενιωθε ευτυχισμενος...